- πεπλογραφία
- πεπλο-γρᾰφία, ἡ,A description of the peplos, or the subjects worked on it, title of work by Varro, being a sort of 'Book of Worthies', Cic.Att.16.11.3.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
πεπλογραφία — ἡ, Α·.1. η περιγραφή τού πέπλου ή αυτών που παριστάνονται σ αυτό 2. ως κύριο όν. Πεπλογραφία τίτλος έργου τού Βάρρωνος, το οποίο ήταν είδος εγκωμιαστικής βιογραφίας επίσημων ανδρών. [ΕΤΥΜΟΛ. < πέπλος + γραφία*] … Dictionary of Greek
-γραφία — β συνθετικό θηλ. ουσιαστικών τής αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής από τα οποία τα περισσότερα προέρχονται από αντίστοιχα σύνθετα σε γράφος* και δηλώνουν: α) τρόπο γραφής ή εκτυπώσεως (πρβλ. δακτυλογραφία, στενογραφία κ.ά.) β) είδος… … Dictionary of Greek